Η εποποιία της Εθνικής Αντίστασης έχει πολλά κεφάλαια. Φωτεινά κεφάλαια, σκοτεινά κεφάλαια. Υπάρχουν λαμπεροί πρωταγωνιστές και υπάρχουν και (ας το θέσουμε ευγενικά) αρνητικοί πρωταγωνιστές.
Υπάρχουν κάποια πρόσωπα για τα οποία διαβάζεις και ξαναδιαβάζεις και για τα οποία έχουν γραφτεί βιβλία και αφιερώματα, έχουν γίνει εκπομπές και γενικά η ζωή τους, ανεξάρτητα από το αν ήταν αριστεροί ή δεξιοί, είναι - σε γενικές γραμμές - απόλυτα γνωστή.
Και υπάρχουν και κάποια άλλα πρόσωπα. Σαφώς λιγότερα. Για τα οποία τα αφιερώματα είναι λίγα, τα βιβλία ακόμα λιγότερα. Ελάχιστες οι εκπομπές. Είναι πρόσωπα που γύρω από αυτά υπάρχει μια ομίχλη, ένα σκοτάδι.
Κανείς δεν μπορεί να ξέρει απόλυτα το τι έκαναν εκείνα τα δύσκολα χρόνια της κατοχής και της αντίστασης και κυρίως πώς και με ποιους το έκαναν. Άνθρωποι η ζωή των οποίων μοιάζει λίγο με κατασκοπευτικό θρίλερ.
Ένας από αυτούς τους ανθρώπους ήταν ο Ιωάννης Τσιγάντες ο οποίος μια ημέρα σαν σήμερα, στις 14 Ιανουαρίου 1943, δολοφονήθηκε από Ιταλούς. Ο Τσιγάντες έπεσε θύμα προδοσίας. Ο γρίφος, που παραμένει άλυτος μέχρι και σήμερα, ωστόσο, έχει να κάνει με το ποιος τον πρόδωσε και κυρίως γιατί τον πρόδωσε.
Ο γενναίος στρατιωτικός Ιωάννης Τσιγάντες
Γεννημένος στην Τουλτσέα της Ρουμανίας την πρώτη ημέρα του Δεκέμβρη του 1897, ο Ιωάννης Τσιγάντες ήταν από αυτούς τους ανθρώπους που είναι γεννημένοι για να υπηρετούν στον στρατό και να αφιερώνουν σε αυτόν την ύπαρξή τους.
Αδερφός του επίσης αξιωματικού του στρατού Χριστόδουλου Τσιγάντε (του αξιωματικού που αργότερα ανέλαβε την οργάνωση του περιβόητου «Ιερού Λόχου»), ο Ιωάννης έλαβε μέρος στην αποτυχημένη Μικρασιατική Εκστρατεία. Πρωτοστάτησε στην ίδρυση της μυστικής επαναστατικής «Ελληνικής Στρατιωτικής Οργάνωσης» (ΕΣΟ).
Αν και όταν ξέσπασε το «Κίνημα του 1935» (η προσπάθεια, μέσω ενός αποτυχημένου πραξικοπήματος, των βενιζελικών για την αποφυγή της διαφαινόμενης επαναφοράς της μοναρχίας στην Ελλάδα), ο Τσιγάντες ήταν χαμηλά στην ιεραρχία καθώς τότε έφερε τον βαθμό του λοχαγού, βγήκε μπροστά και είχε σημαντική δράση.
Ξημερώματα της 3ης Μαρτίου, ο Ιωάννης Τσιγάντες θεωρώντας πως το «Κίνημα» απέτυχε, έφυγε από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και επιχείρησε να διαφύγει από το Πέραμα. Εκεί, όμως, συνελήφθη. Δικάστηκε και καταδικάστηκε σε ισόβια και ατιμωτική απόταξη η οποία, μάλιστα, έγινε δημόσια, εκεί που σήμερα βρίσκεται το Πάρκο Ελευθερίας, στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας.
Αξίζει να σημειωθεί πως ανάμεσα στους συγκατηγορουμένους του Τσιγάντε ήταν και ο συνταγματάρχης Στέφανος Σαράφης, ο στρατιωτικός ηγέτης του ΕΛΑΣ, της ένοπλης πτέρυγας του ΕΑΜικου κινήματος.
Φυλακίστηκε στην Αίγινα και στη συνέχεια εξορίστηκε στα Κύθηρα. Με την παλινόρθωση της βασιλευόμενης Δημοκρατίας έλαβε χάρη. Όταν μπήκε η Ελλάδα στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν ανακλήθηκε στον στρατό με τον βαθμό που είχε αλλά πολέμησε με τον βαθμό του οπλίτη (όπως, άλλωστε, και ο αδερφός του).
Κομβικό σημείο για την πορεία στην καριέρα αλλά και (κατά τα φαινόμενα) και στη ζωή του Ιωάννη Τσιγάντε ήταν ο θάνατος του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά. Η κυβέρνηση του Εμμανουήλ Τσουδερού, μετά από πρόταση του διαδόχου Παύλου, τον επανέφερε στον βαθμό που είχε!
Στη συνέχεια ο Ιωάννης Τσιγάντες, βρέθηκε να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον σχεδιασμό της Ελληνικής κυβέρνησης που βρισκόταν στο Κάιρο, έχοντας διπλό ρόλο. Αφενός, μετά από σχετικές διαταγές των Βρετανών, να συμμετάσχει σε σαμποτάζ κατά των ναζιστικών δυνάμεων στην Ελλάδα και αφετέρου να ηγηθεί μια προσπάθειας να αποτελέσει το αντίπαλο δέος των ΕΑΜικών δυνάμεων που ολοένα και γίνονταν πιο ισχυρές. Ειδικά για το δεύτερο σκέλος, μάλιστα, ο Τσιγάντες είχε διαταγές απευθείας από τον τότε υπουργό Στρατιωτικών της Ελληνικής κυβέρνησης, τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο.
Φαίνεται, ωστόσο, πως μέσα στην ομάδα που συγκρότησε ο Τσιγάντες υπήρχε και τουλάχιστον ένας άνθρωπος ο οποίος είχε σχέση με τη βρετανική μυστική υπηρεσία ΜΟ4.
Η οργάνωσης «Μίδας 614» και η μυστηριώδης δολοφονία του Τσιγάντε
Στα τέλη τους 1942 η ομάδα που είχε συγκροτήσει ο Ιωάννης Τσιγάντες έφτασε στην Ελλάδα. Με αγγλικό σκάφος αποβιβάστηκε σε όρμο της Μάνης. Στις πρώτες του επαφές, ο Τσιγάντες εμφανιζόταν ως εκπρόσωπος των Άγγλων.
Είχε μαζί του, μάλιστα, και 12.000 χρυσές λίρες Αγγλίας, ένα αδιανόητα μεγάλο για την εποχή ποσό το οποίο θα δαπανούσε προκειμένου να οργανώσει την αντιστασιακή δράση της συνωμοτικής οργάνωσής του, στην οποία είχε δώσει το όνομα «Μίδας 614».
Ο Ιωάννης Τσιγάντες άρχισε τις επαφές με όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις, ανεξάρτητα πολιτικής ιδεολογίας, προκειμένου να ενισχύσει τις γραμμές του. Το θέμα, ωστόσο, είναι πως όλο αυτό ήταν μια μυστική επιχείρηση για την οποία από ένα σημείο και έπειτα μιλούσαν ανοιχτά οι... πάντες!
Όσους πλησίασε ο Ιωάννης Τσιγάντες για να ενισχύσουν την οργάνωση «Μίδας 614» (ανάμεσα στους οποίους και ο εκδότης Δημήτριος Λαμπράκης) ήταν τουλάχιστον επιφυλακτικοί και του τόνιζαν πως στην πραγματικότητα δε θα μπορούσε να κάνει το παραμικρό καθώς ήταν δεδομένο πως οι κατοχικές δυνάμεις γνώριζαν για τα σχέδιά του.
Παράλληλα, ο Τσιγάντες είχε να αντιμετωπίσει και ένα ακόμα σημαντικό πρόβλημα. Όλοι οι δημοκρατικοί αξιωματικοί, τον απέφευγαν καθώς τους είχε προκαλέσει αρνητική εντύπωση ότι είχε συνεργαστεί με τη φιλοβασιλική κυβέρνηση του Καΐρου. Την ίδια ακριβώς στάση κράτησε και ο Στέφανος Σαράφης.
Μόνο όταν μεσολάβησε ο αντιμοναρχικός στρατιωτικός Δημήτριος Ψαρρός, συνιδρυτής της σοσιαλδημοκρατικής αντιστασιακής οργάνωσης ΕΚΚΑ και αρχηγός του συντάγματος 5/42, ο Σαράφης «μαλάκωσε» απέναντι στον Ιωάννη Τσιγάντε αλλά, πλέον είχε χαθεί πολύτιμος χρόνος.
Από ένα σημείο και έπειτα όλοι προειδοποιούσαν τον Τσιγάντε να εγκαταλείψει την προσπάθειά του. Εκείνος, ωστόσο, επίμονος, ριψοκίνδυνος και παράτολμος, επέμενε πως έπρεπε να συνεχίσει. «Ή θα πραγματοποιήσω τον σκοπό της αποστολής, ή θα σκοτωθώ» είχε πει στον Π. Κανελλόπουλο, την ώρα που και ο ίδιος γνώριζε πως οι πιθανότητες να πετύχει την αποστολή του ήταν ελάχιστες. «Οι πιθανότητες εγώ και η ομάδα μου να επιστρέψουνε ζωντανοί στη Μέση Ανατολή είναι μόλις 5%» είχε πει ο Ιωάννης Τσιγάντες στον πολιτικό και συγγραφέα Χρήστο Ζαλοκώστα.
Υποστηρικτής του «Μίδα 614» ήταν και ο Αστυνομικός Διευθυντής Αθηνών Άγγελος Έβερτ, που έδωσε εντολή στον υπαστυνόμο Λεωνίδα Παρίση να γίνει ο «φύλακας άγγελος» του Τσιγάντε. Παραμένει άγνωστο αν ο Ιωάννης Τσιγάντες γνώριζε πως ο Παρίσης ήταν πληροφοριοδότης και πράκτορας της μυστικής βρετανικής οργάνωσης SOE. Ο Έβερτ, μάλιστα, έδωσε στον Τσιγάντε και μια πλαστή υπηρεσιακή ταυτότητα υπαστυνόμου, προκειμένου να κινείται με μεγαλύτερη άνεση όταν ήταν στην Αθήνα.
Σε κάθε περίπτωση, όπως ήδη αναφέρθηκε, τα σαμποτάζ που ανέμεναν οι Βρετανοί από την ομάδα του Τσιγάντε, ουδέποτε έγιναν. Πολλές φορές ξεκίνησαν οι επιχειρήσεις αλλά ξαφνικά και χωρίς εμφανή λόγο σταματούσαν ή ακυρώνονταν την τελευταία στιγμή.
Μέσα σε όλα αυτά, πρέπει να κανείς να συνυπολογίσει και την... άστατη ζωή που έκαναν κάποιοι από τους στενούς συνεργάτες του Τσιγάντε, οι οποίοι σπαταλούσαν τις χρυσές λίρες στη μεγάλη ζωή. Δύο από αυτούς, μάλιστα, (οι Ζακυνθινός και Γυφτόπουλος) γνώρισαν κάποιες γυναίκες με τις οποίες πήγαν να «διασκεδάσουν» στο κεντρικό κρησφύγετο του «Μίδα 614» στην οδό Πατησίων 86.
Παράλληλα, σύμφωνα με αναφορές άλλων αξιωματικών, φαίνεται πως και ο ίδιος ο Ιωάννης Τσιγάντες – αν και εκείνος σε σχέση με τους υπόλοιπους της ομάδας, ακολουθούσε πιο πιστά τους συνωμοτικούς κανόνες – έκανε πολλά λάθη που τον άφηναν εκτεθειμένο.
Είχε ερωτικές σχέσεις με γυναίκες και, επιπλέον, διοργάνωνε και... μεγάλα φαγοπότια, στην κατεχόμενη Αθήνα.
Ο Ιωάννης Τσιγάντες είχε γλιτώσει τη σύλληψη από τους Ιταλούς πολλές φορές. Όλα έδειχναν πως πολύ κοντά του υπήρχε κάποιος προδότης, αλλά ο ίδιος δε φάνηκε να φοβάται.
Το πρωί της 14ης Ιανουαρίου 1943, ο Τσιγάντες πήγε στην γκαρσονιέρα – κρησφύγετο της οδού Πατησίων 86. Περίπου στη 1 το μεσημέρι η περιοχή είχε περικυκλωθεί από Ιταλούς. Όπως αποδείχθηκε αργότερα, είχαν λάβει εντολή να πάνε εκεί από την αντικατασκοπία αφού είχαν λάβει από μια γυναίκα την πληροφορία πως ο Τσιγάντες βρισκόταν εκεί!
Όταν ο Ιωάννης Τσιγάντες κατάλαβε πως δεν μπορεί να ξεφύγει αποφάσισε να τα παίξει όλα για όλα. Αρχικά άρχισε να καίει όλα τα σημαντικά έγγραφα και στη συνέχεια, όταν οι Ιταλοί χτύπησαν την πόρτα, τους έδειξε την πλαστική υπηρεσιακή ταυτότητα που του είχε δώσει ο Έβερτ και τους είπε πως κάνει έρευνα για αντιστασιακούς.
Δυστυχώς, για τον ίδιο, ωστόσο, οι Ιταλοί αντιλήφθηκαν πως κάτι έκαιγε μέσα στην γκαρσονιέρα και κατάλαβαν ότι αυτός ήταν ο άνθρωπος που έψαχναν. Ακολούθησε ένοπλη συμπλοκή στη διάρκεια της οποία ο Ιωάννης Τσιγάντες σκότωσε έναν Ιταλό, πριν πέσει και ο ίδιος βαριά τραυματίας στο έδαφος. Τότε ένας από τους Ιταλούς αντί να τον συλλάβει, τον πλησίασε και τον πυροβόλησε μια φορά στο κεφάλι!
Μέσα σε λιγότερο από δύο μήνες, ο «Μίδας 614» είχε εξαρθρωθεί, από τις λίρες βρέθηκαν μόλις 800, ενώ η γυναίκα (αν ήταν γυναίκα) που έδωσε την κρίσιμη πληροφορία στους Ιταλούς, δεν αποκαλύφθηκε ποτέ.
Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.