Μενού
tsirko
Λεπτομέρεια από τον δίσκο που κυκλοφόρησε η ΕΜΙ με τα τραγούδια του «Μεγάλου μας Τσίρκου» | YouTube
  • Α-
  • Α+

Λίγους μήνες πριν την εξέγερση του Πολυτεχνείου, μια ημέρα σαν σήμερα, στις 22 Ιουνίου 1973, «ανέβηκε» ένα θεατρικό έργο που σημάδεψε τη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας.

Τζένη Καρέζη, Κώστας Καζάκος, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος και Νίκος Ξυλούρης υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Ιάκωβου Καμπανέλλη «χάρισαν» στους Έλληνες ένα σύμβολο κατά της χούντας. Ένα σύμβολο ελευθερίας.

«Έπρεπε να είναι κάτι σαν λαϊκό πανηγύρι, να κλείνει μέσα του πολλή ρωμιοσύνη… και μέσα από τη σάτιρα, τον αυτοσαρκασμό, το γέλιο και το δάκρυ, να μιλήσουμε για τους καημούς και τα όνειρα της φυλής μας, για προδομένους αγώνες, για προδομένες ελπίδες… και πάνω απ’ όλα για ομορφιά. Για την ομορφιά αυτού του λαού, που δεν παύει ποτέ να αγωνίζεται, να προδίδεται, να πιστεύει και να συνεχίζει τον αγώνα του, διατηρώντας τις ρίζες του αναλλοίωτες αιώνες τώρα.

» Όλα αυτά όμως θα ‘πρεπε να ειπωθούν ρωμέικα, ζεστά. Καθόλου φιλολογικά. Καθόλου εγκεφαλικά. Θα ‘πρεπε, δηλαδή, να γραφτεί ένα έργο που να έχει μέσα του τους σπόρους της λαϊκής μας τέχνης. Εγχείρημα δύσκολο, άπιαστο σχεδόν».

Στα λόγια της σπουδαίας Τζένης Καρέζη μπορεί κάποιος να εντοπίσει πως το «Μεγάλο μας Τσίρκο» η θεατρική παράσταση – σύμβολο ήταν κάτι παραπάνω από μια θεατρική παράσταση.

Ήταν, όμως, και ένα μεγάλο στοίχημα κατά της λογοκρισίας γιατί στίχοι όπως: «Γη παιδεμένη με σίδερο και με φωτιά, για κοίτα ποιον σου φέρανε καημένη, να σ’ αφεντεύει από ψηλά» ήταν δεδομένο πως δε θα ικανοποιούσαν το στρατιωτικό καθεστώς.

Πώς «γεννήθηκε» το «Μεγάλο μας Τσίρκο»

Η ιδέα γι' αυτό ο θεατρικό έργο ανήκει στην Τζένη Καρέζη και τον Κώστα Καζάκο. Οι δύο σπουδαίοι ηθοποιοί, που εκείνη την περίοδο ζούσαν τα χρόνια του μεγάλου τους έρωτα, έκαναν αυτό που θα λέγαμε σήμερα «στρατευμένη τέχνη». Βασική αιτία για αυτό ήταν ο κομμουνιστής Κώστας Καζάκος. Η Καρέζη δεν είχε πολιτικό αποτύπωμα στην τέχνη της μέχρι που τον γνώρισε και τον ερωτεύτηκε. Τότε εκείνος δημιούργησε μία «άλλη Καρέζη».

Οι δύο τους απευθύνθηκαν στον Ιάκωβο Καμπανέλλη, έναν άνθρωπο που είχε νιώσει στο πετσί του τι σημαίνει φρίκη, πόνος και καταπίεση καθώς είχε περάσει τρία χρόνια έγκλειστος ως πολιτικός κρατούμενος στο Ναζιστικό στρατόπεδο του Μαουντχάουζεν.

Από την πρώτη τους κιόλας συνάντηση ήταν ξεκάθαρο το τι θα έπρεπε να δημιουργήσουν. Εν μέσω της χούντας, ωστόσο, και με μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας να «βράζει» μόνο εύκολο δε θα ήταν. Και σε αυτό το έργο δε χωρούσαν «εκπτώσεις». Έπρεπε να είναι ένα ισχυρό ταρακούνημα.

Την περίοδο εκείνη ο αρχιπραξικοπηματίας Γεώργιος Παπαδόπουλος είχε ξεκινήσει τη λεγόμενη «φιλελευθεροποίηση» του Απριλιανού καθεστώτος. Οι τρεις τους σκέφτηκαν πως αυτό θα ήταν μία καλή ευκαιρία για να βγάλουν προς τα έξω τα όσα ήθελαν να πουν.

Το τέχνασμα που αποφασίστηκε να ακολουθηθεί ήταν σχετικά απλό στη σύλληψη αλλά αρκετά πολύπλοκο στην υλοποίηση.

Το έργο διατρέχει, με σατυρικό, αλλά και δραματικό τρόπο, τη νεότερη ελληνική ιστορία από την Τουρκοκρατία, την Επανάσταση του 1821 και τα χρόνια του Όθωνα έως τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη ναζιστική κατοχή. Κάθε περίοδος ήταν και ένα σκετς και ακολουθούσε ένα τραγούδι από τον Ξυλούρη.

Το «Μεγάλο μας Τσίρκο» και η λογοκρισία

Μέσα από αυτά τα ιστορικά γεγονότα έπρεπε να περνάνε τα αντιδικτατορικά μηνύματα. Αλλά η λογοκρισία καραδοκούσε. Οπότε χρειαζόντουσαν έξυπνες ιδέες ή... καλές δικαιολογίες.

«Ξεκίνησε να γράφει ο Ιάκωβος… έγραφε… έγραφε… και εγώ πήγαινα τα κείμενα στη λογοκρισία. Πήγαινα έναν πάκο χαρτιά και μου άφηναν μισό. Έγραφε ο Ιάκωβος άλλα κείμενα, τα πήγαινα και από πέντε ή έξι επεισόδια μας άφηναν ένα… Σκεφτήκαμε να τους πηγαίνουμε τα κείμενα μπερδεμένα, ήταν ο μόνος τρόπος. Τα κείμενα ήταν ασύνδετα και δεν έβγαζαν νόημα. Θυμάμαι μας έλεγαν ''τι είναι αυτά που γράφει ο Καμπανέλλης; Θα καταστραφείτε!''», έλεγε ο Καζάκος.

Το ζήτημα, ωστόσο, ήταν πως αυτό το κόλπο «έπιασε». Μεμονωμένα ή με διαφορετική χρονική σειρά τα σκετς πράγματι δεν έβγαζαν κανένα νόημα και δε φαινόταν κάτι το ύποπτο, πέρα από κάποιες εκφράσεις.

Επιπλέον, υπήρχαν και οι «αυθόρμητες» προσθήκες την ώρα που παιζόταν το έργο. Η χούντα, βέβαια, έστελνε τους χαφιέδες της ανάμεσα στους θεατές. Εκείνοι κατέγραφαν όλα τα σημεία που χειροκροτούσε ο κόσμος με ενθουσιασμό και στη συνέχεια τα μετέφεραν στους λογοκριτές προκειμένου να τα εξετάσουν.

Αλλά ο σπουδαίος ηθοποιός είχε και σε αυτό το λύση. Όπως έχει αφηγηθεί σε παλαιότερη συνέντευξη του ο Κώστας Καζάκος, κάποια στιγμή τον είχαν φωνάξει για να δώσει εξηγήσεις για το κομμάτι που ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος ως Κολοκοτρώνης άφηνε την παρακαταθήκη του στους νεοέλληνες.

Ο κόσμος αποθέωνε τον αγαπημένο ηθοποιό για τα φλογερά και άκρως... επαναστατικά λόγια και αυτό ενοχλούσε το καθεστώς. Ο λογοκριτής, λοιπόν, ζήτησε εξηγήσεις για το συγκεκριμένο κομμάτι της παράστασης.

«Πήγα στο γραφείο του και έβγαλε κόλες αναφοράς που του είχαν γράψει οι φαντάροι του για τα σημεία που χειροκροτούσε ο κόσμος. Αρχίζει να μου διαβάζει και τυχαίνει να είναι το κομμάτι με τα λόγια του Κολοκοτρώνη. Πετάγομαι πάνω και του λέω ''Στρατηγέ μου, θα κόψουμε αυτά τα λόγια; Ξέρετε ποιανού είναι; Του Γέρου του Μοριά''. Σοκαρίστηκε ο στρατιωτικός. Δεν το περίμενε. Έσκισε τις κόλλες και τις πέταξε στα σκουπίδια» είχε πει γελώντας ο Κώστας Καζάκος!

Για την ιστορία και μόνο να αναφερθεί πως τα λόγια του Παπαγιαννόπουλου (ως Κολοκοτρώνη) στο συγκεκριμένο σκετς ήταν τα εξής:

«Ακούτε ω ρε τωρινοί Έλληνες! Εμείς επολεμήσαμε για να ‘χετε εσείς τα γράμματα και το ψωμί που δεν είχαμε και να μη θέλετε θάματα για να ζήσετε μια ζωή ανθρωπινή…Έι Παπαφλέσσα, σήκω κι έλα βοήθα με. Αφήστε το δικό μας αγώνα και κοιτάτε το δικό σας. Πού είναι η 3η του Σεπτέμβρη; Πού είναι το Σύνταγμά σας; Ο Σεπτέμβρης είναι παιδί του Μάρτη κι εσείς παιδιά δικά μας. Οι πεθαμένοι με τα πεθαμένα και οι ζωντανοί με τα ζωντανά».

Και είχε δίκιο ο Καζάκος! Δεν «κόβεις» τα λόγια του Γέρου του Μοριά! 

Η αποθεωτική υποδοχή του κόσμου στο «Μεγάλο μας Τσίρκο»

«Το Μεγάλο μας Τσίρκο», ανέβηκε, μια ημέρα σαν σήμερα, στις 22 Ιουνίου 1973, στο θέατρο Αθήναιον στην οδό Πατησίων το οποίο βρισκόταν απέναντι από το Μουσείο, δίπλα στο Πολυτεχνείο.

Την παράσταση ανέλαβε να σκηνοθετήσει ο Κώστας Καζάκος με βοηθό τον Άρη Δαβαράκη, τα σκηνικά και τα κοστούμια έφτιαξε ο Φαίδων Πατρικαλάκης.

Τα τραγούδια της παράστασης έγραψε ο Σταύρος Ξαρχάκος και τα ερμήνευε επί σκηνής ο αρχάγγελος της Κρήτης, ο Ανωγειανός Νίκος Ξυλούρης. Η κίνηση και η θεατρική απόδοση της σκηνής του Καραγκιόζη διδάχτηκε από τον Ευγένιο Σπαθάρη, ο οποίος διακόσμησε το χώρο της εισόδου.

Τους βασικούς ρόλους ερμήνευσαν ο Κώστας Καζάκος, η Τζένη Καρέζη, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, ο Νίκος Κούρος, ο Τίμος Περλέγκας και ο Χρήστος Καλαβρούζος.

Όλοι γνωρίζουν πως το «ψωμί, παιδεία, ελευθερία» ήταν το κεντρικό σύνθημα της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Αυτό που λίγοι ξέρουν, ωστόσο, είναι πως το συγκεκριμένο σύνθημα δεν ακούστηκε πρώτη φορά εκεί. Πρωτοεμφανίστηκε σε πλακάτ κατά τη διάρκεια της παράστασης!

Η επιτυχία ήταν πρωτόγνωρη. Στην Αθήνα όσο καιρό παιζόταν έκοψε πάνω από μισό εκατομμύριο εισιτήρια! Στη Θεσσαλονίκη, μόνο για έξι παραστάσεις έκοψε 52.000 εισιτήρια!

Η τεράστια επιτυχία ενόχλησε το καθεστώς που αποφάσισε να λάβει πιο σκληρά μέτρα. Οι παραστάσεις του διακόπηκαν βίαια από τη δικτατορία .

Η Τζένη Καρέζη (την ώρα, μάλιστα, που η παράσταση ήταν σε εξέλιξη) και ο Κώστας Καζάκος συνελήφθησαν και κρατήθηκαν στην ΕΑΤ – ΕΣΑ δύο φορές. Μία τον Οκτώβριο και μία τον Νοέμβριο για υποκίνηση και συμμετοχή στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Οι παραστάσεις του έργου συνεχίστηκαν μετά την αποφυλάκισή τους με μεγαλύτερη επιτυχία αλλά αυτή τη φορά στο θέατρο «Ακροπόλ». Η πρεμιέρα του Δεκεμβρίου ήταν συγκλονιστική. Ο κόσμος είχε κρυμμένα κόκκινα γαρύφαλλα στις τσέπες του και όταν έπεσε η αυλαία έρανε τη σκηνή και τους συντελεστές. Η Τζένη Καρέζη ψιθύρισε «Ναι. Θα ξαναπάω φυλακή. Αν χρειαστεί θα ξαναπάω».

«Το Μεγάλο μας Τσίρκο» στη μεταπολίτευση

Στο τέλος κάθε παράστασης ο Καζάκος ως Ρωμιός (ο αφηγητής, δηλαδή, του έργου) έβγαινε στη σκηνή και μιλούσε στο κοινό. Ήταν ξεκάθαρο πως άλλα έλεγε και άλλα εννοούσε. Και ο κόσμος το καταλάβαινε αυτό:

«Καταπιαστήκαμε με κάτι δύσκολο. Καλέσαμε την τρέλα για βοηθό αλλιώς δεν τα βγάζαμε πέρα. Τρέμαμε μ’ αυτό που αγγίζαμε και τρέμουμε ακόμα. Όμως αυτό που θέλαμε ήταν να ‘ρθείτε στην παράστασή μας και να μη φύγετε αδιάφοροι. Να βρείτε ψεγάδια να μας κρίνετε αλλά να μη φύγετε αδιάφοροι. Κι αν σας κακοκαρδίσαμε ή αν σας κάναμε να γελάσετε με πράγματα που δεν έπρεπε, είναι γιατί διαλέξαμε το φαρδύ το δρόμο. Εκεί που η ζωή είναι χύμα. Το αστείο, το σοβαρό, τα όσια και τα ιερά, ο άγιος και ο θεομπαίχτης».

Το μόνο κακό που υπάρχει είναι πως μόνο κάποια ολιγόλεπτα αποσπάσματα έχουν σωθεί από «το Μεγάλο μας Τσίρκο», ένα έργο που ξεπέρασε την εποχή του και τις προθέσεις του δημιουργού χάρη στην ευφυΐα του συγγραφέα του, την υποκριτική δεινότητα των ηθοποιών αλλά την ενθουσιώδη υποδοχή του κόσμου.

Τα τραγούδια της παράστασης αγαπήθηκαν όσο λίγα και πολλά από αυτά τραγουδιούνται ακόμα και σήμερα. Το 1974 κυκλοφόρησαν σε δίσκο από την Columbia με τον Σταύρο Ξαρχάκο να κάνει την ενορχήστρωση και να έχει αναλάβει τη διεύθυνση της ορχήστρας.

Αμέσως μετά τη μεταπολίτευση, στις 3 Αυγούστου 1974, το έργο ξανανέβηκε με την προσθήκη των λογοκριμένων σκηνών και ενός τραγουδιού («Το Προσκύνημα») στο φινάλε της παράστασης, το οποίο και ήταν αφιερωμένο στους νεκρούς της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.

«Πολλοί δεν το βρήκαν αριστούργημα σκασίλα μου και τότε και τώρα. Ήταν όμως μια παράσταση που ξέφυγε από τα χέρια όλων μας, που θέλαμε να κάνουμε θέατρο και έγινε ένα πολιτικό γεγονός», έλεγε ο Καμπανέλλης.

Google News

Ακολουθήστε το Reader.gr στα Google News για να είστε πάντα ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.

BEST OF LIQUID MEDIA